Εἶναι ἀπίστευτο καί ὃμως ἀληθινό, ἀδελφοί μου. Μιά μικρή ὁμάδα ἀπό ἀγράμματους ψαράδες, ἀναδεικνύονται καί πάνσοφοι καί ἒνδοξοι.
Ὁ καθένας τους «ἐξῆλθε νικῶν καί ἳνα νικήσῃ». Ἒπρεπε νά ἒχουν τόσο γνώση, μᾶλλον Σοφία, ὃσο καί ἀποφασιστικότητα καί δύναμη γιά νά νικήσουν τόν ἀνθρωποκτόνο Διάβολο καί νά δοξαστοῦν ἀπό τόν Θεό. Νά γίνουν δηλαδή οἱ ἒνδοξοι καί Ἃγιοι Ἀπόστολοι.
Τά ὃπλα τους, ὃπως μᾶς γράφει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, δέν ἦταν ὑλικά ἀλλά εἶχαν τήν δύναμιν νά γκρεμίζουν τά ὀχυρώματα τοῦ ἐχθροῦ, ὃπως εἶναι τῆς φιληδονίας καί τῆς φιλαρχίας καί κάθε ἂλλης κακίας πού μπορεῖ νά κρύβεται στήν καρδιά τοῦ ἀνθρώπου, δηλαδή στήν καρδιά μας, ἀδελφοί μου.
Τό «ὁρμητήριό» τους, ἡ Παλαιστίνη, ἒγινε γνωστή σέ ὃλο τόν τότε γνωστό κόσμο, μαζί μέ τό Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ. Τό φῶς τῆς πίστης μας, φώτισε τήν Συρία, τήν Μικρά Ἀσία, τήν Θράκη, τήν Μακεδονία, Θεσσαλία, Ἀχαϊα. Ἒδιωξε τά σκοτάδια ἀπό Ἀραβία, Ἀρμενία, καί Ἰνδία ἀκόμη. Τό Εὐαγγέλιο διαδόθηκε καί σέ Βαβυλῶνα, Αἰθιοπία, Ἀφρική, Ρώμη ἕως καί τήν Ἰσπανία.
Ὁ Ἀπόστολος τῶν ἐθνῶν, ὁ Μέγας Παῦλος, ὁ πρῶτος μετά τόν Ἓνα, (καί μετά τήν Παναγία μας) γράφει γιά τό Εὐαγγέλιο: «ἐν πάσῃ τῇ κτίσῃ ὑπό τόν οὐρανόν» ἐκηρύχθη. Καί ἂν αὐτό φανεῖ σάν διαφήμηση ἑνός Χριστιανοῦ, ἂς δοῦμε τί λέει καί ἓνας εἰδωλολάτρης, ἱστορικός ἐκείνης τῆς ἐποχῆς, ἀπευθυνόμενος στόν αὐτοκράτορά του: «Δέν ἒμεινε πόλη ἢ χωριό ἢ καί ἀγρός ἀκόμα στόν ὁποῖο νά μήν ἒχει διαδοθεῖ ἡ νέα θρησκεία. Οἱ ναοί τῶν θεῶν μας ἒχουν ἐρημωθεῖ. Ἒπαυσαν πλέον νά προσφέρονται σ' αὐτούς θυσίες».
Ἀλλοῦ ο Ἀπόστολος Παῦλος γάφει: «Ἡμεῖς κατανικῶμεν καί ἀφοπλίζομεν πᾶσαν ἀνθρωπίνην ἐπινόησιν καί σοφιστείαν, καί τούς παραπλανωμένους ἀπό αὐτάς ὁδηγοῦμεν νά ὑπακούουν εἰς τόν Χριστόν» ( Β΄ Κορ. ι΄5).
Καί ὁ θάνατος τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, (καί ὃλων τῶν Ἁγίων μας), δέν ἦταν παρά μιά θριαμβευτική νίκη τοῦ Χριστιανισμοῦ. Σταυροί καί μαχαίρια καί χίλια δυό βασανιστικά ὂργανα, πού μόνον ὁ μισόκαλος θά μποροῦσε νά ἐφεύρει, προσπαθοῦν νά ἀνακόψουν τήν ἐξάπλωση τοῦ Χριστιανισμοῦ. Ἀλλά τί βλέπουμε ἀδελφοί μου; Ὃλα αὐτά δέν εἶναι παρά βραβεῖα καί στεφάνια γιά τούς μάρτυρές μας καί τούς Ἁγίους μας.
Ὁ ρόλος τῶν Ἀποστόλων ἦταν ὑψηλός, ἦταν οὐράνιος. Σκοπός ἦταν νά σώσουν ψυχές καί νά τίς ὁδηγήσουν στήν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν. Ἀνά πᾶσαν στιγμήν εἶχαν μπροστά στά μάτια τους τόν θάνατο. Εἶχαν ὃμως καί βοήθειά τους τόν Κύριο τῆς Ζωῆς καί Νικητή τοῦ θανάτου. Ἢξεραν νά προσεύχονται: «Ἓνεκά Σου θανατούμεθα ὃλην τήν ἡμέραν. Ἐλογίσθημεν ὡς πρόβατα σφαγῆς». (Ρωμ. η΄ 36).
Ὃταν, σύμφωνα μέ τό Σχέδιο τοῦ Θεοῦ, εἶχαν ἐκπληρώσει τόν προορισμό τους, ἢξεραν, ὃπως καί ὁ Ἀπόστολος Παῦλος μᾶς διασώζει: «Ὁ καιρός τῆς ἐμῆς ἀναλύσεως ἐφέστηκε. Τόν ἀγῶνα τόν καλόν ἠγώνισμαι, τον δρόμον τετέλεκα, τήν πίστην τετήρηκα. Λοιπόν ἀπόκειταί μοι ὁ τῆς δικαιοσύνης στέφανος.» (Β΄Τιμ. δ΄ 6-8).
Τέτοιες ἒνδοξες προσωπικότητες, δέν ἒχει νά μας δείξει ἡ ἀνθρωπότης ὃλη, μέχρι σήμερα ἀδελφοί μου. Εἶναι οἱ φωτεινοί φάροι πού ὁδήγησαν καί ὁδηγοῦν ὃλη τήν ἀνθρωπότητα καί ἓνα ἓκαστο ἀπό μᾶς, ὃταν καί μεῖς γινόμαστε μιμητές τους καί τούς ἀντιγράφουμε.
Δέν εἶναι εὒκολο, δέν εἶναι ἁπλό. Δέν μποροῦμε μέ τίς προσωπικές μας δυνάμεις νά κερδίσουμε αὐτά τά στεφάνια τῆς νίκης. Ἡ θέληση καί ἡ προσπάθεια εἶναι δική μας. Τό ἀποτέλεσμα εἶναι τοῦ Θεοῦ.
Ἐάν ὁ Θεός εἶναι δίκαιος, (καί ἀναμφίβολα εἶναι,) ὁ κόπος μας, ποτέ δέν πάει χαμένος. Νά μήν μᾶς πιάσει ὁ ἐχθρός στόν ὓπνο, ἀδελφοί μου. Ἀμήν.